Αυγουστίνος Καντιώτης



Περι πιστεως – Να μεινουμε ἀφωσιωμενοι στο Χριστο. Κι ἂν ἔρθουν χρονια –& ἔρχονται–, που ὅλοι θα γονατισουν & θα προσκυνησουν το διαβολο, ἐμεις να μη γονατισουμε. Ἀλλα να μεινουμε μεχρι τελους προσηλωμενοι στο Θεο, ολοι, μεγαλοι μικροι & παιδια. Και τοτε τον τοπο μας ἄγγελοι & ἀρχαγγελοι θα τον φυλαττουν ἀπο καθε κακο

date Νοέ 8th, 2025 | filed Filed under: εορτολογιο

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΜΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2700

Κυριακὴ Ζ΄ Λουκᾶ (Λουκ. 8,41-56)
9 Νοεμβρίου 2025 (2003)
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Περι πιστεως

Ιησ.Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀγαπητοί μου, εἶνε ὁ ἱδρυτὴς τῆς ἁγίας μας θρησκείας, εἶνε ὁ ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας. Δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ὅπως ὅλοι οἱ ἄλ­λοι· δὲν εἶνε ἕνας φιλόσοφος, ἕνας μεγάλος ἄνδρας τῆς ἱστορίας. Εἶνε κάτι παραπάνω. Εἶ­νε παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους τοὺς μεγάλους, παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους τοὺς ἁγίους, παραπάνω ἀ­πὸ ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους· εἶνε ὁ βασιλεὺς τῶν ἀγγέλων, εἶνε τὸ δεύτερο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος, εἶνε Θεός! Κι ἂν ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι σιωπήσουμε, καὶ οἱ πέτρες ἀκόμα θὰ φωνάξουν ὅτι «Εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀ­μήν» (Φιλ. 2,11 καὶ θ. Λειτ.). Θεός! Τὸ φωνάζουν τὰ θαύματά του. Πόσα θαύματα; Ἀναρίθμητα· ἄν­θρω­πος δὲν μπορεῖ νὰ τὰ μετρήσῃ. Ἂν μετράῃ κανεὶς τὰ ἄστρα τ᾿ οὐρανοῦ, τὴν ἄμμο τῆς θαλάσσης, τὰ φύλλα τῶν δασῶν, τότε μπο­ρεῖ νὰ μετρήσῃ καὶ τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, κάνει καὶ θὰ κάνῃ μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Δύο θαύματα τοῦ Χριστοῦ διηγεῖται σήμερα τὸ ἱερὸ εὐαγγέλιο (βλ. Λουκ. 8,41-56)· τὸ ἕνα εἶνε θεραπεία μιᾶς γυναίκας, τὸ ἄλλο εἶνε ἡ ἀνάστασι μιᾶς κόρης. Ἂς τὰ δοῦμε κάπως λεπτομερέστερα.

* * *

Ὁ Χριστός μας ἦταν σὲ μιὰ πόλι τῆς Παλαι­στίνης, τὴν Ἰεριχώ. Ἐκεῖ, καθὼς βάδιζε στὸ δρόμο, μαζεύτηκε κόσμος, ἀπὸ περιέργεια νὰ δοῦν τὸν διδάσκαλο καὶ θαυματουργό. Μαζεύτηκαν τόσοι, ὥστε μῆλο νά ᾽ρριχνες, δὲν ἔπεφτε κάτω. Ἄντρες γυναῖκες παι­διὰ συνωστίζονταν γύρω του, γιὰ ν᾿ ἀπολαύσουν τὴν παρουσία του. Σὲ μιὰ στιγμὴ ἔρχεται κάποιος καὶ πέφτει μπροστά του γονατιστός. Ἦταν ἕνας πλούσιος τῆς πόλεως, Ἰάειρος τὸ ὄ­νομα, ἀρχισυνάγωγος, ἄρχοντας τῆς συναγωγῆς. Γονατίζει καὶ λέει· Κύριε, ἔχω ἄρρωστο τὸ κορίτσι μου, ἔλα στὸ σπίτι νὰ τὸ θερα­πεύσῃς. Ὁ Χριστὸς δέχτηκε τὴν πρόσκλησι καὶ συνέχισε γιὰ νὰ πάῃ στὸ σπίτι.
Ἀλλ᾿ ἐνῷ βάδιζε, αἴφνης σταματᾷ καὶ λέει· –Κάποιος μὲ ἄγγιξε! Ἀπαντᾷ ὁ Πέτρος· –Κύριε, τί εἶν᾿ αὐτὸ ποὺ λές; Ἐδῶ χιλιάδες κόσμος σὲ σπρώχνει καὶ σ᾿ ἀγγίζει. –Ὄχι, κάποιος μὲ ἄγγιξε· ἐγὼ αἰσθάνθηκα νὰ βγαίνῃ ἀ­πὸ πάνω μου θαυματουργικὴ δύναμις. Τότε δειλὰ – δειλὰ παρουσιάστηκε μπροστά του μιὰ γυναίκα. Γονατίζει καὶ λέει· –Κύριε, ἐγὼ ἡ ταλαίπωρη εἶμαι ποὺ σὲ ἄγγιξα. Συχώρεσέ με. Δὲν εἶμαι ἄξια νὰ σ᾿ ἀγγίζω, ὡς ἁμαρτωλή. Ἀλλὰ δώδεκα χρόνια ὑπέφερα ἀπὸ ἀσθένεια γυναικεία· οἱ πηγὲς τοῦ σώματός μου ἄ­νοιξαν κ᾿ ἔτρεχαν αἷμα. Στράγγισα, κόντεψα νὰ πεθάνω. Πῆγα σὲ γιατρούς, πῆρα φάρμακα, ἔκανα ὅ,τι ὑποδεικνύει ἡ ἰατρική, μὰ τίπο­τε· ἡ αἱμορραγία ἐξακολουθοῦσε. Ὅταν ὅ­μως ἄκουσα τ᾿ ὄνομά σου, πῆρα θάρρος καὶ εἶπα· Αὐτὸ ποὺ δὲν ἔκαναν οἱ γιατροὶ καὶ τὰ φάρμακα, θὰ τὸ κάνῃ ὁ Χριστός! Μὲ τὴν πίστι αὐτὴ σὲ πλησίασα καὶ τόλμησα ν᾿ ἀγγίξω τὴν ἄκρη τοῦ ἐνδύματός σου. Καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε· θεραπεύτηκα ἀμέσως. Κύριε, δόξα σοι! Τότε ὁ Χριστὸς τῆς λέει· –«Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε» (ἔ.ἀ. 8,48).
Ἐνῷ ἔλεγε αὐτὰ ὁ Χριστός, νά καὶ φτάνει δρομαῖος ἕνας ὑπηρέτης ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Ἰαείρου καὶ τοῦ λέει· –Μὴν ἐνοχλεῖς πλέον τὸν Διδάσκαλο· τὸ κορίτσι πέθανε, δὲν ὑπάρχει ἀ­νάγκη ἐπισκέψεως. Ἀλλ᾿ ὁ Χριστὸς τοῦ λέει· «Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε…» (ἔ.ἀ. 8,50)· ἔχε θάρρος, μὴ φοβᾶσαι, μόνο πίστευε. Ὅταν ἔ­φτασαν στὸ σπίτι, εἶχε μαζευτῆ κόσμος καὶ μοιρολογοῦσαν. Τοὺς λέει ὁ Χριστός· –«Μὴ κλαίετε» (ἔ.ἀ. 8,52). Ὁ λόγος αὐτὸς τοὺς φάνηκε περίεργος καὶ περιγέλασαν τὸ Χριστό – ὅπως κοροϊδεύουν καὶ σήμερα ὅταν ἀκούσουν κανένα νὰ λέῃ ὅτι μιὰ μέρα οἱ νεκροὶ θ᾿ ἀναστη­θοῦν. Ὁ Χριστὸς ὅμως τοὺς διώχνει ὅλους (ὡς ἀναξίους τῆς παρουσίας του), καὶ πιάνει τὸ χέρι τῆς νεκρῆς κόρης. «Ἡ παῖς, ἐγείρου», λέει (ἔ.ἀ. 8,54). Κι ἀμέσως ἔγινε τὸ μεγάλο θαῦμα· ἡ κόρη ἀναστήθηκε! Οἱ γονεῖς τά ᾿χασαν.

* * *

Αὐτά, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὰ δύο θαύματα. Καὶ τὰ δύο ὀφείλονται στὴν πίστι. Πίστευε ἡ αἱμορροοῦσα, πίστεψε καὶ ὁ Ἰάειρος. Πίστευαν! Καὶ τὰ θαύματα αὐτά, ἀλλὰ κ᾿ ἐκεῖνα ποὺ ἀναφέρουν οἱ βίοι τῶν ἁγίων καὶ ἡ ἱστορία, καθὼς καὶ ὅσα ἐξακολουθοῦν νὰ γίνωνται μέχρι σήμερα –λιγώτερα βέβαια ἀπὸ ἄλλοτε–, ὅλα ὀφείλονται στὴν πίστι.
Πάντοτε πίστευαν οἱ Ἕλληνες· καὶ οἱ ἀρ­χαῖοι, καὶ οἱ Χριστιανοὶ κατόπιν πρόγονοί μας. Πίστευαν οἱ Μακεδόνες, οἱ Μικρασιᾶτες, οἱ Πόντιοι. Πίστευαν βαθειὰ καὶ ἀκράδαντα. Ἀ­πόδειξις τὰ ἔργα τους. Ὅπως τὸ δέντρο διακρίνεται ἀπὸ τοὺς καρπούς του, ἔτσι καὶ ἡ πίστι διακρίνεται ἀπὸ τὰ ἔργα. Πίστευαν ἐκεῖ­νοι· καὶ ἡ πίστι τους εἶχε ἐκδηλώσεις. Πίστευ­αν. Γι᾿ αὐτό, εἴτε μὲ καμπάνες εἴτε χωρὶς καμ­πάνες, ὅλοι ἐκκλησιάζονταν, μικροί – μεγάλοι, καὶ γέροντες καὶ γριές· καὶ οἱ ἄρρωστοι ἀπ᾿ τὰ κρεβάτια ἀκόμα σηκώνονταν καὶ πήγαιναν στὴν ἐκκλησία. Κι ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλ᾿ ὅσοι ἔμπαιναν στὴν ἐκκλησία, στέκονταν μὲ εὐλάβεια. Κι ὅταν περνοῦσαν τὰ ἅγια, γονάτιζαν καὶ ἔλεγαν τὸ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (ἔ.ἀ. 23,42). Πίστευαν, καὶ στὸν τόπο τους βλαστήμια δὲν ἀκουγόταν· ἑκατὸ χρόνια νὰ ζοῦσες στὸν Πόντο καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία, βλαστήμια δὲν θ᾿ ἄκουγες. Πίστευαν, καὶ γι᾿ αὐτὸ ζοῦσαν μιὰ ἁρμονικὴ οἰ­κογενειακὴ ζωή· τὸ διαζύγιο ἦταν ἄγνωστο, μοιχεία δὲν ὑπῆρχε, παιδιὰ ἀσεβῆ στὸν πατέ­ρα καὶ τὴ μάνα δὲν συναντοῦσες. Πίστευαν, καὶ ἔδιναν καλὴ ἀνατροφὴ μέσα στὸ σπίτι τους. Πίστευαν, καὶ εἶχαν ἀγάπη καὶ ὁμόνοια. Πίστευαν, καὶ στὴ δημοσία ζωὴ ἐπικρατοῦσε εἰρήνη καὶ ἀσφάλεια· ἀγροφύλακες λ.χ. δὲν ὑπῆρχαν, διότι κανείς δὲν ἔκλεβε. Πίστευαν ἐκεῖνοι, καὶ ζοῦσαν μὲ τὸ Θεό.
Ὦ πίστις τῶν προγόνων μας, σήμερα ποῦ εἶσαι; Ποῦ νὰ βροῦμε τὴν πίστι αὐτὴ; Λέμε κ᾽ ἐ­μεῖς ὅτι πιστεύουμε. Ἀλλὰ μόνο στὰ λόγια. Θέλετε ἀπόδειξι; Ῥίξτε μιὰ ματιὰ στὴν κοινωνία. Σημαίνουν οἱ καμπάνες, ἀλλὰ «στοῦ κουφοῦ τὴν πόρτα ὅσο θέλεις χτύπα», κανείς δὲν πηγαίνει στὴν ἐκκλησία. Κι ὅσοι πᾶνε δὲν στέκονται μὲ εὐλάβεια. Ὁ ἕνας κοιτάει τὸ ρολόϊ του, ὁ ἄλλος ξύνεται, ὁ ἄλλος κοιτάζει τί φοράει ὁ διπλανός, ὁ ἄλλος κουβεντιάζει… Δὲν θὰ δῇς δάκρυ στὰ μάτια. Ἔξω ὀργιάζουν ἡ πορνεία καὶ ἡ μοιχεία, τὰ διαζύγια αὐξάνουν μὲ τοὺς νόμους ποὺ ψηφίστηκαν στὴ βουλή, ἀναίδεια ἐπικρατεῖ, ἀδιάντροπα σὰν τὰ σκυλιὰ σμίγουν στοὺς δρόμους καὶ κανείς δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ τοὺς πειράξῃ. Οἱ γέροι περιφρονοῦνται, χαρακτηρίζονται «παλιὰ ἔπιπλα»· τὰ παιδιὰ παρακαλοῦν πότε νὰ πεθάνουν, γιὰ νὰ τοὺς κληρονομήσουν. Τὰ ζῷα εἶ­νε πολὺ πιὸ φιλόστοργα. Ὅταν γεράσῃ τὸ λιοντάρι καὶ δὲν μπορῇ νὰ κυνηγήσῃ γιὰ νὰ βρῇ τροφή, τὰ λιονταράκια τοῦ ἀφήνουν μερίδα· κι ὅταν ὁ γέρο – πελεκᾶνος μείνῃ χωρὶς φτερὰ καὶ κρυώνῃ, τὰ παιδιά του τὸν σκεπάζουν καὶ τοῦ φέρνουν φαγητό. Κι ὁ ἄνθρωπος; Χειρότερος ἀπὸ τὰ ζῷα καὶ τ᾿ ἄγρια θηρία. Τί νὰ τὸν κάνῃς τὸν πολιτισμό, τὰ ῥαδιόφωνα καὶ τὶς τηλεοράσεις, ὅταν δὲν ὑπάρχῃ ἀνθρωπιά, σεβασμός, εὐλάβεια; Τέτοιο πολιτισμὸ κάψτε τον – καὶ θὰ καῇ, γιατὶ εἶνε ψεύτικος. Δὲν ἔχουμε πίστι σήμερα· ἀπόδειξις αὐτὰ τὰ ἔργα μας.
Οἱ προπάτορές μας εἶχαν μεγάλη πίστι, Για­τροὶ τότε δὲν ὑπῆρχαν. Ὅταν ἀρρώσταιναν ποιός ἦταν ὁ γιατρός τους; Ὁ Χριστός! Ἔτρεχαν στὰ μοναστήρια κ᾿ ἐκεῖ ἐγίνοντο θαύματα – ναί, θαύματα. Καὶ χωρὶς γιατροὺς καὶ φάρμακα, ζοῦσαν 100 κ᾿ 120 χρόνια. Ἐνῷ τώρα, μὲ μπιφτέκια καὶ μὲ περιποιήσεις καὶ μὲ γιατροὺς καὶ μὲ νοσοκομεῖα καὶ μὲ ὅλα αὐ­τά, πεθαίνουν ἀπὸ καρκίνο ἀράδα. Σκούπα ἠ­λεκτρικὴ σκουπίζει τὴν ἀνθρωπότητα! Ἀλλὰ τί περιμένουμε; Φύγαμε ἀπὸ τὸ Θεό· μικροὶ καὶ μεγάλοι, παπᾶδες, δεσποτᾶδες, ἄρχον­τες, ὅλοι μας. Τί περιμένουμε; Περιμένουμε κα­λό, περιμένουμε εὐλογία;

* * *

Ἀγαπητοί μου! Ἂς μείνουμε πιστοί. Νὰ κλείσουμε τ᾿ αὐτιά σας μὲ βουλοκέρι, νὰ μὴν ἀκοῦμε τί λένε τὰ φίδια τῆς κολάσεως, οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, ποὺ σὰν σκορπιοὶ σκορπίστηκαν μέσα στὸν κόσμο καὶ διαλαλοῦν τὴν ἀπιστία τους. Νὰ μείνουμε ἀφωσιωμένοι στὸ Χριστό. Ὅπως πίστευε ὁ Ἰάειρος, ὅπως πίστευε ἡ αἱμορροοῦσα, ὅπως πίστευαν οἱ πρόγονοί μας, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς μέχρι τὴν τελευταία γενεά. Κι ἂν ἔρθουν χρόνια –καὶ ἔρχονται–, ποὺ ὅλοι θὰ γονατίσουν καὶ θὰ προσκυνήσουν τὸ διάβολο, ἐμεῖς νὰ μὴ γονατίσουμε. Ἀλλὰ νὰ μείνουμε μέχρι τέλους προσηλωμένοι στὸ Θεό, ὅλοι, μεγάλοι μικροὶ καὶ παιδιά. Καὶ τότε τὸν τόπο μας ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι θὰ τὸν φυλάττουν ἀπὸ κάθε κακό. Εἴθε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, νά ᾿νε πάντα μαζί μας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Γεωργίου Λακκιᾶς (τώρα Λεβαίας) – Ἀμυνταίου τὴν 6-11-1983. Καταγραφὴ καὶ σύντμησις 9-11-2003, ἐπανέκδοσις 10-9-2025.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.