Αυγουστίνος Καντιώτης



Τι σημαινει «αρχη» και τι «ευαγγελιον»; Ηρθε ο Χριστος στον κοσμο, ηρθε ο Λυτρω­της μας! Αυτη εινε η πιο μεγαλη ειδησι. Το νιωθεις; εισαι μακαριος· δεν το νιωθεις, μενεις αν­αισθη­τος; χανεις τη μοναδι­κη ευκαιρια της ζωης σου. Γι᾽ αυτο ειπαν· «Εξυπνος ειναι οποιος κατορθωση να παη στον παραδεισο»

date Ιαν 3rd, 2020 | filed Filed under: ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΛΖ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 2250

Κυριακὴ πρὸ τῶν Φώτων (Μᾶρκ. 1,1-8)
5 Ἰανουαρίου 2020
Toυ Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου

Τι σημαινει «αρχη» και τι «ευαγγελιον»;

«Ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Μᾶρκ. 1,1)

grafiΤὸ εὐαγγέλιο σήμερα, ἀγαπητοί μου, ὁμιλεῖ γιὰ «ἀρχή», ἔτσι ἀρχίζει· «Ἀρχὴ τοῦ εὐ­­αγγελίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ» (Μᾶρκ. 1,1). Ἀκοῦμε αὐτὰ τὰ λόγια, ἀλλὰ σκεφτήκαμε ποτὲ προσεκτικὰ τὸ νό­ημά τους; Ἂς προσπαθήσουμε σήμερα ν᾽ ἀναλύσουμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὶς δύο αὐτὲς ἔννοιες, «ἀρχή» καὶ «εὐαγγέλιον».

* * *

⃝ Πρῶτον, λοιπόν, τί σημαίνει «ἀρχή»;
Ὅλα στὸν κόσμο ἔχουν μία ἀρχή, ἀλλὰ ἔ­χουν καὶ ἕνα τέλος. Θέλετε παραδείγματα;

Νά ὁ ἥλιος, τὸ πιὸ λαμπρὸ σῶμα. Ποιά εἶνε ἡ ἀρχή του; Πόσων ἐ­τῶν ἆραγε νά ᾽νε ὁ ἥ­λιος; Γιὰ τὴν ἡ­λικί­α του οἱ ἐπιστήμονες διαφω­νοῦν μεταξύ τους· ἄλ­λοι λένε ὅτι εἶνε πέν­τε χιλιάδων ἐ­τῶν, ἄλλοι δέκα χιλιάδων ἐ­τῶν, ἄλ­λοι ἑνὸς ἑ­κατομμυρίου ἐ­τῶν, ἄλλοι ἑ­νὸς δισεκατομμυρίου. Σὲ ἕ­να ὅμως συμφω­νοῦν ὅ­λοι· ὅ­τι ἦ­ταν κάποτε καιρὸς ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἥ­­λιος, τὸ λαμπρὸ αὐ­τὸ οὐράνιο σῶμα δὲν εἶ­χε ἀκόμη ἀνάψει. Κάποτε ἄ­ναψε. Καὶ ποιός τὸ ἄ­ναψε; Ὅ­πως κά­ποιος ἀ­νάβει τὸν πολυέλεο στὴν ἐκ­­κλησία (ὁ νεωκόρος), κάποιος ἀ­νά­βει τὸ καντήλι στὸ σπίτι (ἡ νοικοκυρά), κάποιος ἀ­νάβει τὸ κεράκι στὸ ναό (ὁ Χριστιανός), ἔτσι καὶ τὸν ἥλιο. Ποιός τὸν ἄναψε; Δὲν ὑπάρχει ἄλ­­λη ἀπάντησι· ὁ Θεός! ἀ­πὸ ᾽κεῖ ἔ­χει τὴν ἀρ­χή του ὁ ἥλιος. Καὶ εἶνε βέβαιο, καὶ ἀπὸ τὴ Γρα­φὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιστήμη, ὅτι ὅπως εἶχε ἀρχή, ἔτσι θὰ ἔ­χῃ καὶ τέλος· θά ᾽ρθῃ μιὰ ὥρα ποὺ θὰ τελειώ­σῃ. Ναί, θὰ σβή­σῃ καὶ ὁ ἥλιος, ὅπως σβήνει τὸ καντήλι ὅταν τελειώσῃ τὸ λάδι του.
Καὶ μόνο ὁ ἥλιος; Ὅλα τὰ κτίσματα, κ᾽ ἐ­μεῖς οἱ ἄνθρωποι ἔ­χουμε ἀρχὴ καὶ τέλος. Κάθε ἄνθρωπος κάποτε ἀρχίζει τὴ ζωή του καὶ κά­ποτε τελειώνει. Πάρτε παράδει­γμα τὸν μέγα Βα­σίλειο, ποὺ ἑορτάζουμε τὶς ἡ­μέ­ρες αὐ­τές (τὴν 1η Ἰανουαρίου). Καὶ αὐτὸς δὲν ὑπῆρ­χε πάντοτε, κάποτε γεννήθηκε στὴν Καισάρεια (τὸ 330 μ.Χ.)· μητέρα του ἦταν ἡ ἁγία Ἐμμέλεια· καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μεγαλυτέρους πατέρας τῆς Ἐκκλησίας. Ἀλλὰ ὅπως εἶχε ἀρ­χή, ἔτσι εἶχε καὶ τέλος. Μὲ πολλὴ ἄ­σκησι, κόπους, βά­σανα καὶ ἀρρώστιες, πέθανε νέος, 49 ἐτῶν. Ὅπως ὁ ἥλιος ἔ­χει τέλος, ἔτσι καὶ αὐ­τός, ὁ πνευματικὸς ἥλιος, ἔδυσε στὸ στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας (τὸ 379 μ.Χ.).
Ἀρχὴ ὁ ἥλιος – ἀρχὴ ὁ μέγας Βασίλειος, τέλος ὁ ἥλιος – τέλος ὁ μέγας Βασίλειος. Ἔ­τσι κ᾽ ἐμεῖς· κάναμε ἀρχὴ μὲ τὴ γέννησί μας, καὶ ὅταν ὁρίσῃ ὁ Θεὸς θὰ ἔρθῃ καὶ γιὰ μᾶς τὸ τέλος. Αὐτὸ ἰσχύει γιὰ ὅλους.
Ἕνας μόνο δὲν ἔχει ἀρχή. Ποιός; Ὁ Θεὸς καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Χριστός. Ἐκεῖνος δὲν ἔχει ἀρχή. Καὶ δὲν ἔχει οὔτε τέλος. Καὶ ἀκρι­βῶς γι᾽ αὐτὸ λέγεται ἄναρχος καὶ ἀτελεύτητος· διότι ὅσα χρόνια κι ἂν περάσουν μένει, ὅπως λέμε στὴ θεία Λειτουργία, «ἀεὶ ὤν, ὡσ­αύτως ὤν», ἀναλλοίωτος καὶ αἰώνιος. Ἐ­κεῖ­νος εἶνε ὠκεανός, ἐμεῖς εἴμαστε μιὰ σταγόνα.
Ὁ Χριστὸς βέβαια ὡς Θεός εἶνε ἄναρχος, δὲν ἔχει ἀρχή· ὡς ἄνθρωπος ὅμως, ποὺ πῆρε σάρκα ἀνθρώπινη ἀπὸ τὰ πάναγνα αἵματα τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἔχει καὶ αὐτὸς ἀρχή. Ἡ ἀρχή του ἦταν στὴ Βηθλεέμ, σὲ μιὰ σπηλιά, ἀ­­πὸ τὴν Παναγία μας. Γεννήθηκε σὲ ὡρισμένο χρόνο, σὲ ὡρισμένη ἐποχή, ὡς ἄνθρωπος. Καὶ ὅταν ἔγινε τριάντα ἐτῶν, ἄφησε τὴ Ναζαρὲτ καὶ βγῆκε καὶ κήρυξε τὰ ἅγιά του λόγια.
Ἀλλὰ προτοῦ νὰ παρουσιαστῇ ὁ Χριστός, προηγήθηκε κάποιος ἄλλος. Ὅπως τὴν αὐγὴ προτοῦ νὰ βγῇ ὁ ἥλιος βγαίνει ἕνα λαμπρὸ ἀ­στέρι, ὁ αὐγερινός, κ᾽ εἶνε σὰν νὰ λέῃ «Σὲ λίγο θὰ βγῇ ὁ ἀφέντης μου» –πόσο ὡραῖα τά ᾽χει κάνει ὁ Θεός!–, ἔτσι προτοῦ νὰ βγῇ στὸν κόσμο ὁ Χριστός, βγῆκε ὁ αὐγερινός του, ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος. Γεννήθηκε ἕξι μῆνες νωρίτερα, μεγάλωσε στὴν ἔρημο, καὶ μὲ θεία ἐντολὴ πῆγε στὰ ῥεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου, βάπτι­ζε τοὺς ἀνθρώπους καὶ ἔλεγε σὲ ὅλους· Πάει πιὰ ἡ νύχτα, τὸ σκοτάδι φεύγει, βγαίνει ὁ ἥ­λιος, ἔρχεται ὁ Χριστός! Γι᾽ αὐτὸ λοιπὸν ἀρχὴ τοῦ εὐαγγελίου εἶνε ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος.
Καὶ πράγματι ὁ Χριστὸς ἦρθε, καὶ ἄρχισε νὰ κηρύττῃ τὸ εὐαγγέλιό του. «Ἀρχὴ τοῦ εὐ­αγγε­λίου Ἰησοῦ Χριστοῦ, υἱοῦ τοῦ Θεοῦ».

* * *

⃝ Τί σημαίνει τώρα ἡ ἄλλη λέξι, τὸ «εὐαγγέλι­ον»; Εἶνε κατ᾽ ἀρχὴν τὸ μήνυμα, ὁ λόγος, τὸ προφορι­κὸ κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καὶ κατό­πιν τῶν μαθητῶν του, ὅπως τὸ ἄ­κουγαν μὲ τ᾽ αὐτιά τους τό­τε ζωντανὰ ὅ­λοι οἱ ἀκροαταί. Αὐτὸ εἶνε τὸ «εὐαγγέλιον», μὲ μικρὸ ἔψιλον.
Ὅταν ἔπειτα τὸ προφορικὸ αὐ­τὸ κήρυγμα, τὸ μήνυμα τῆς σωτηρίας, οἱ θεόπνευστοι ἀπό­στολοι ὡς συγ­γραφεῖς τὸ κατέγρα­ψαν καὶ ἔ­γι­­νε βιβλίο, τότε τὸ μικρὸ ἔ­ψιλον ἔ­γι­νε κεφαλαῖο καὶ τὸ βιβλίο ὠνομάστηκε ἅγιον Εὐαγγέλιον. Αὐτὸ εἶνε τὸ ἱερὸ βιβλίο τῆς πίστε­ώς μας.
Οἱ Ἕλληνες ἔχουμε τὴν τιμὴ τὸ Εὐαγγέλιο νὰ εἶνε γραμμένο στὴ γλῶσσα μας. Οἱ Νεοέλ­ληνες ὅμως τὸ ἔχουμε δυστυχῶς λησμονήσει στὴν ἰ­δι­ωτικὴ καὶ στὴν δημοσία ζωή μας. Τὸ κράτος μας, ἂν ἐξαιρέσῃ κανεὶς τὴν ἐπικε­φαλίδα τοῦ Συντά­γματος, θυμᾶται τὸ Εὐαγγέ­λιο μόνο γιὰ ὅρ­κους σὲ ἀνακρίσεις, δικαστή­ρια καὶ ἀναλήψεις καθηκόντων. Ἀνακριταί, δικασταί, εἰσαγγελεῖς, ἀστυνόμοι, διευθυν­ταὶ ὑπηρεσιῶν καὶ ἁ­πλοῖ πολῖτες ἀνοί­γουν ἆραγε τὸ Εὐαγγέλιο; Ἂν τὸ μελετήσουν, θὰ δοῦν μέσα στὶς σελίδες του, ὅ­τι αὐτὸ ποὺ κάνουν, ν᾽ ἁ­πλώ­νουν χέρι ἐπάνω σ᾽ αὐτὸ γιὰ ὁρκωμο­σία, τὸ ἴδιο τὸ Εὐαγγέλιο δὲν τὸ θέλει, τὸ ἀπαγορεύει ἀπολύτως (βλ. Ματθ. 5,34-37. Ἰακ. 5,12). Καὶ ὅμως στὸν τόπο μας δίδονται καθημερινῶς χιλιάδες ὅρ­κοι· εἶ­νε μία ἀπὸ τὶς πιὸ μεγάλες ἁμαρτίες μας, καὶ κατόπιν περιμένουμε προκοπή; Ἄλλα ἔν­τυπα, ποὺ περιέχουν ἄχυρα ἢ καὶ ἀκαθαρσί­ες, αὐ­τά διαβάζουμε· τὸ Εὐαγγέλιο μένει ἀδιά­βαστο εἴτε στὴν ἕδρα τοῦ δικαστηρίου εἴτε στὸ εἰκονοστάσι τοῦ σπιτιοῦ. Ποιός τὸ ἀνοίγει;
Λοιπόν, τί θὰ πῇ «εὐαγγέλιο»; Θὰ πῇ· καλὴ ἀγ­γελία, εὐχάριστη εἴδησι, χαρμόσυνο μαντᾶ­­το. Ὑ­πάρ­χουν διάφορες εὐχάριστες εἰδήσεις. Νὰ σᾶς πῶ δυὸ – τρεῖς καλὲς εἰδήσεις; Ὑποθέστε π.χ., ὅ­τι κάποιος δανείστηκε, χρωστάει ἕνα ἑ­κατομμύριο σὲ τράπε­ζες ἢ διαφό­ρους ἀν­θρώ­πους καὶ δὲν ἔ­χει νὰ ἐξοφλήσῃ, βγῆκε ἔνταλ­μα νὰ τὸν συλλάβουν κ᾽ ἡ ἀστυνομία τὸν κυνη­­γάει. Τί στενοχώρια θὰ ἔχῃ! Νά ὅμως ποὺ ἀνέλπιστα βρί­σκεται ἕνας καλὸς πλούσιος ἄν­θρωπος· μαθαίνει γιὰ τὴ δυσκολία του καὶ πάει καὶ δίνει γιὰ λογα­ριασμό του ἕνα τσὲκ τοῦ ἑνὸς ἑκατομ­­μυ­ρίου. Ὅταν τὸ μάθῃ αὐτὸ ὁ χρεωκοπημένος, τί θὰ αἰσθανθῇ; Χαρὰ ἀπερίγραπτη. Ὑπο­θέστε μετά, ὅτι ἕνας ἄλλος βι­οπαλαιστής, ποὺ τραβάει καροτσάκι σχεδὸν ξυπόλητος καὶ πάλι δὲν βγάζει τὸ ψωμί του, πῆ­ρε ἕνα λαχεῖο καὶ ξα­φνι­­κὰ ἀκούει ἀπ᾽ τὸ ῥάδιο ὅτι ὁ ἀ­ριθμός του κερδίζει ἕνα με­γάλο ποσό. Τί χαρὰ θὰ νιώσῃ! Ὑ­ποθέστε ἀκόμη, ὅτι ἕ­νας ἄλλος ἔχει κάνει μεγάλο ἔγ­κλη­­­μα, καταδι­­κάστηκε εἰς θάνατον, τὸν πηγαίνουν στὸν τό­πο τῆς ἐκτελέσεως καί, ἐνῷ περιμένει ν᾽ ἀ­κουστῇ τὸ σύνθημα «Πῦρ!», νά κ᾽ ἔρ­χεται ἕ­νας ἀγ­­γελιαφόρος καὶ φωνάζει· Σταματῆστε, ὁ βασιλιᾶς ὑπέγρα­ψε διάταγμα χάριτος! Τί θὰ αἰσθανθῇ αὐτός; Δὲν περιγράφεται.
Ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ χρεωκοπημένος ποὺ ἀ­παλλάχθηκε ἀπὸ τὰ δάνεια; ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ πάμπτωχος βιοπαλαιστὴς ποὺ τοῦ ἔπεσε τὸ λα­χεῖο; ποιός εἶνε αὐτὸς ὁ κατάδικος ποὺ τοῦ δόθηκε χάρις; Εἶμαι ἐγώ, ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς! Ἤμασταν, ἀ­γαπητοί μου, χρεωκοπημένοι· ἡ ἁ­­­­μαρτία εἶνε χρεωκοπία. Χρι­στέ, σ᾽ εὐχαριστοῦ­­με, ποὺ πλήρωσες γιὰ μᾶς κ᾽ ἐξωφλήθηκαν τὰ χρέη μας. Ἤμασταν φτωχοὶ ἀπὸ θεία χάρι, γυ­μνοὶ ἀπὸ εὐπρέπεια ἁγιότητος. Σὲ εὐ­γνωμονοῦμε, Χρι­στέ, ποὺ μᾶς ἔντυσες μὲ ἔν­δυμα γάμου καὶ μᾶς πλούτισες μὲ δῶρο ἀ­φθαρσί­ας. Ἤμασταν καταδικασμένοι σὲ θάνατο αἰ­ώνιο. Σὲ προσκυνοῦμε μὲ λατρεία, Χριστέ, γιὰ τὴν «αἰ­ωνίαν λύτρωσιν» ποὺ μᾶς χάρισες (Ἑβρ. 9,12).
Ἦρθε ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο, ἦρθε ὁ Λυτρω­τής μας! Αὐτὴ εἶνε ἡ πιὸ μεγάλη εἴδησι. Τὸ νιώ­θεις; εἶ­σαι μακάριος· δὲν τὸ νιώ­θεις, μένεις ἀν­αίσθη­τος; χάνεις τὴ μοναδι­κὴ εὐκαιρία τῆς ζωῆς σου. Τὸ ἀντιλαμβάνεσαι; εἶσαι εὐφυής· δὲν τὸ ἀντιλαμβάνεσαι; κρίμα στὴν ἐξυπνάδα σου. Γι᾽ αὐ­­τὸ εἶπαν· «Ἔξυπνος εἶνε ὅποιος κατορθώ­σῃ νὰ πάῃ στὸν παράδεισο».

* * *

–Καὶ τί ἔκανε ὁ Χριστός; λέει ὁ ἄπιστος. Ἀλ­λοίμονο σὲ ὅποιον δὲν βλέπει. Ἂν δὲν σὲ συγ­κινῇ ὁ Χρι­στός, εἶσαι ἀχάριστος. Ἐδῶ σὲ κερνάει ὁ ἄλ­λος ἕνα ποτή­ρι κρασὶ καὶ τοῦ λὲς εὐ­χαριστῶ. Ἂν ὑπάρχῃ ἀ­κ­ό­μα αἴσθημα, ἀνθρωπιά, δικαιοσύνη, ἀγάπη, ἐλπίδα, ὅλα τὰ ὀφείλουμε στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. –Κα­λὰ τὰ λέει τὸ Εὐ­αγγέλιο, θὰ πῇ ἄλ­­λος, μὰ ποιός τὰ κάνει;… Ὁ Γιατρὸς ἔδωσε τὸ φάρμακο· φταίει αὐ­τὸς ἂν ὁ ἄρρωστος ἀρνῆται νὰ τὸ πάρῃ;
Σᾶς τὸ λέω μὲ πίστι· δὲν θὰ μᾶς σώσῃ οὔτε ὁ Μάρξ, οὔτε ὁ Λένιν, οὔτε ἡ Ἀγγλία, οὔτε ἡ ῾Ρωσία, οὔτε ἡ Ἀμερική. Ἕνα φάρμακο ὑπάρχει, τέλειο φάρμακο· τὸ ἅγιο Εὐαγγέλιο!

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Βασιλείου Φιλώτα – Ἀμυνταίου τὴν 31-12-1972

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.