Αυγουστίνος Καντιώτης



Προσκλητηριο του Χριστου· «Λαβετε, φαγετε, τουτο εστι το σωμα μου… Πιετε εξ αυτου παντες, τουτο εστι το αιμα μου…». Ακους το προσκλητηριο; προσελθε στο μυστηριο, το μυ­στηριο της αγαπης, της ταπεινωσεως, της ζωης. «Μη μεινωμεν εξω του νυμφωνος του Χριστου» (κοντ. Μ. Τρ.). Μην αδιαφορησης. Εκεινος που δεν εχει ορεξι να φαη, πεθαινει

date Απρ 15th, 2020 | filed Filed under: ΑΡΧΙΚΗ

Περίοδος Δ΄ – Ἔτος ΚΒ΄
Φλώρινα – ἀριθμ. φύλλου 1163

Μεγάλη Τετάρτη βράδυ
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου

Η ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Κυριος Θ. Κοιν.

«Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης,
τὸ ὑ­πὲρ ὑ
μῶν καὶ πολλῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (θ. Λειτ., βλ. Ματθ. 26,27)

Γεύματα καὶ δεῖπνα κάνουν οἱ μεγάλοι, οἱ πλούσιοι, οἱ μεγιστᾶνες, ποὺ θέλουν νὰ ποικίλουν τὴν ἀνιαρὴ ζωή τους καὶ μ᾿ ἕνα γλέντι. Ἀλλὰ πόσοι προσκαλοῦνται σ᾿ αὐτά; Λίγοι, οἱ ἐπίσημοι· αὐτοὶ ποὺ εἶνε πάντα χορτᾶτοι. Ὁ πολὺς λαὸς μένει ἔξω ἀπὸ τὰ δεῖπνα τῶν μεγάλων. Θὰ σᾶς παρουσιάσω ὅμως ἕνα δεῖπνο, ἐμπρὸς στὸ ὁποῖο ὅλα τὰ ἄλλα δεῖ­πνα εἶνε μία σκιά. Σ᾿ αὐτὸ εἶνε προσκεκλημένοι ὅλοι. Εἶνε δεκτὸς ἐξ ἴσου τόσο ὁ πλούσιος ὅσο καὶ ὁ φτωχός, τόσο ὁ ἀγράμματος ὅσο καὶ ὁ ἐγγράμματος, τόσο ἡ γυναίκα ὅσο καὶ ὁ ἄντρας. Σ᾿ αὐτὸ μπορεῖ νὰ καθήσῃ δίπλα στὸ βασιλιᾶ καὶ ὁ λοῦστρος, κι ὅταν δειπνοῦν οἱ προσκεκλημένοι παιανίζει ἡ μουσι­κὴ τοῦ οὐρανοῦ. Τὸ δεῖπνο αὐτὸ εἶνε ὁ μυστικὸς δεῖπνος τοῦ Χριστοῦ μας.

Ἀδελφοί, ἐλᾶτε στὴν τράπεζα τοῦ Κυρίου. Ὁ Χριστὸς διανέμει τὰ προσκλητήρια. Εἶνε γραμμένα ὄχι μὲ μελάνι ἀλλὰ μὲ αἷμα. Καὶ τί γράφει; Σᾶς διαβάζω τὸ προσκλητήριο· «Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμά μου τὸ τῆς καινῆς διαθήκης, τὸ ὑπὲρ ὑμῶν καὶ πολ­λῶν ἐκχυνόμενον εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (θ. Λειτ., βλ. Ματθ. 26,27). Ἐλᾶτε λοιπόν. Πῶς νὰ σᾶς παραστήσω τὴν ὡραιότητα τοῦ δείπνου; Σᾶς λέω μόνο, ὅτι ὁ μυστικὸς δεῖπνος, ἡ θεία κοινωνία, εἶνε μυστήριο ἀγάπης, μυστήριο ταπεινώσεως, καὶ μυστήριο ζωῆς. Τὶς τρεῖς αὐ­τὲς ἀπόψεις τοῦ ἁγιωτάτου μυστηρίου θὰ ἐκ­θέσω μὲ λίγα λόγια στὴν ἀγάπη σας.

* * *

Ἡ θεία κοινωνία εἶνε μυστήριο ἀγάπης. Ἀ­γάπης τίνος; Τοῦ Χριστοῦ μας. Πόσο μᾶς ἀ­γαπᾷ ὁ Χριστὸς μᾶς τὸ ἀποδεικνύει καθημερινῶς. Παντοῦ καὶ πάντοτε δεχόμαστε τὰ δῶ­ρα τῆς ἀγάπης του. Ὤ τὰ δῶρα τοῦ Χριστοῦ! Εἶνε πολλά, ἀναρίθμητα. Δικό του δῶρο εἶνε ἡ ζωή μας, ἡ τροφή μας, ὁ ἥλιος, ὁ ἀέρας ποὺ αὐτὴ τὴ στιγμὴ ἀναπνέουμε, καὶ τόσα ἄλλα. Ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο δῶρο του ξέρετε ποιό εἶνε; Ἡ θεία κοινωνία. Γι᾿ αὐτὸ μιλᾶμε καὶ γιὰ «τίμια δῶρα». Στὸ μυστήριο αὐτὸ σὰν ποτα­μὸς ξεχειλίζει ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ μας. Καμμιά μητέρα δὲν ἀγάπησε τὸ παιδί της τόσο ὅ­σο ὁ Χριστὸς τὸν ἄνθρωπο. Μεγάλη ἡ ἀγάπη τῆς μητέρας. Συνέβη, μιὰ μητέρα ποὺ βρέθη­κε στὴν ἔρημο καὶ οἱ μαστοί της εἶχαν στειρεύ­σει, γιὰ νὰ μὴν πεθάνῃ τὸ παιδί της, ν᾿ ἀ­νοίξῃ τὴ φλέβα της καὶ νὰ τὸ ποτίσῃ μὲ τὸ αἷ­μα της. Αὐτὸ δείχνει τὴν ἀγάπη της. Ἀλλ᾿ αὐ­τὸ καὶ κάτι ἀνώτερο κάνει ὁ Χριστὸς καὶ βεβαιώνει τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἀγαπᾷ, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἔδωσε τὴ θεία κοινωνία, ποὺ εἶνε ἕνα μυστήριο ἀγάπης. Μυστήριο εἶ­νε καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα πρὸς τὸ παιδί, τῆς γυναίκας πρὸς τὸν ἄντρα· ἀλλὰ τὸ μεγαλύτε­ρο μυστήριο εἶνε ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, καὶ τὴ δείχνει ἰδίως διὰ τοῦ μυστηρίου τῆς θείας κοινωνίας.
Μυστήριο λοιπὸν ἀγάπης. Ἀλλὰ ἡ θεία κοινωνία εἶνε ἀκόμη καὶ μυστήριο ταπεινώσεως, ταπεινώσεως βαθυτάτης. Ταπεινώσεως τίνος; Τοῦ Χριστοῦ. Στὸ μυστήριο αὐτὸ θαυμάζουμε ὄχι μόνο τὴν ἀγάπη ἀλλὰ καὶ τὴν ταπεί­νωσι τοῦ Χριστοῦ. Κατὰ τὴν ἐπίγεια ζωή του πολλὲς φορὲς ταπεινώθηκε ὁ Κύριος. Τα­πεινώθηκε ὅταν, βασιλεὺς αὐτὸς οὐρανοῦ καὶ γῆς, γεννήθηκε μέσα σ᾿ ἕνα σπήλαιο. Ταπεινώθηκε ὅταν καταδέχτηκε νὰ ὑποτάσσεται στὴν Παναγία μητέρα του καὶ τὸν δίκαιο Ἰ­ωσήφ. Ταπεινώθηκε ὅταν ἐργαζόταν ὡς ἁ­πλὸς ἐργάτης, γιὰ νὰ ἐξοικονομῇ τὸ καθημερινό του ψωμί. Ταπεινώθηκε ὅταν καταδέχθη­κε νὰ βαπτισθῇ ἀπὸ τὸν Πρόδρομο. Ταπει­νώθηκε ὅταν, χωρὶς ἁμάξια καὶ ἄλογα χρυσοστολισμένα, πεζός, ἔτρεχε ἀπὸ χωριὸ σὲ χωριὸ γιὰ νὰ μεταδώσῃ τὸ φῶς τῆς ἀληθείας. Σὲ ὅλες αὐτὲς τὶς περιπτώσεις, καὶ τόσες ἄλ­λες, ὁ Χριστὸς ταπεινώθηκε. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ ἔ­δειξε καὶ δείχνει τὴ μεγαλυτέρα ταπείνωσι, εἶνε ἡ θεία κοινωνία. Γιατί; Διότι στὶς παραπά­νω περιπτώσεις ταπεινώθηκε μιὰ φορά· μιὰ φορὰ γεννήθηκε στὸ σπήλαιο, μιὰ φορὰ βαπτίσθηκε, μιὰ φορὰ περπάτησε στὴ γῆ. Ἀλλὰ στὸ μυστήριο αὐτὸ «ἀεὶ σφαγιάζεται ἁγιάζων τοὺς μετέχοντας» (ἀκολ. θ. Μεταλ.). Γιά σκέψου το λίγο. Σὲ ρωτῶ καὶ τὸ ἄλλο· Εἶδες ποτέ βασιλιᾶ ν᾿ ἀφήνῃ τὸ ἀνάκτορό του καὶ νὰ πηγαίνῃ στὸ καλύβι τοῦ ἀλήτη ἢ τοῦ λούστρου, νὰ κάθεται μαζί του, νὰ τρώῃ μαζί του, νὰ κοιμᾶται μα­ζί του; Ἐγὼ δὲν τὸ εἶδα ποτέ. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς –ὤ τῆς ταπεινώσεώς του!– καταδέχεται νὰ τὸν κοινωνῇ καὶ ὁ φθισικὸς καὶ ὁ λεπρὸς καὶ ὁ λοῦστρος καὶ ὁ πιὸ ἄσημος ἄνθρωπος. Χριστιανέ· ἐὰν δὲν σὲ συγκινῇ ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, τοὐλάχιστον δὲν σὲ συγκινεῖ ἡ τόση ταπείνωσίς του;
Καὶ τώρα ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς παρουσιάσω τὴν τελευταία ἄποψι τοῦ μυστηρίου. Διότι ἡ θεία κοινωνία εἶνε καὶ μυστήριο ζωῆς. Ζωῆς τίνος; Τοῦ Χριστοῦ, ζωῆς αἰωνίου καὶ μακαρίας. Ἡ θεία κοινωνία, ὅπως τὴν ὠνόμασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, εἶνε «ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς» (βλ. Ἰω. 6,35). Ἐὰν τὸ ψωμὶ τρέφῃ τὸ σῶμα, ἡ θεία κοινωνία τρέφει ψυχὴ καὶ σῶμα κατὰ τρόπο μυστηριώδη. Ὅπως δὲν γνωρίζουμε πῶς οἱ τρο­φὲς μεταβάλλονται σὲ αἷμα –ἡ μεταβολὴ αὐ­τὴ εἶνε μυστήριο τῆς ἰατρικῆς–, ἔτσι καὶ ἡ μεταβολὴ τοῦ οἴνου καὶ τοῦ ἄρτου εἶνε μυστήριο τῆς θρησκείας. Ἂς μᾶς ποῦν οἱ γιατροὶ πῶς οἱ τροφὲς γίνονται αἷμα, γιὰ νὰ ποῦμε κ᾿ ἐμεῖς πῶς τὸ ψωμὶ καὶ τὸ κρασὶ γίνονται ζωηφόρο σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μεταδίδει τὴ ζωὴ στὴν ὕπαρξί μας. Προσωρινὴ ζωὴ μεταδίδουν οἱ ὑλικὲς τροφές, αἰωνία καὶ μακαρία ζωὴ μεταδίδει τὸ σῶμα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μας. Ἀλλὰ ἡ θεία κοινωνία δὲν εἶνε μόνο ἡ τροφή, εἶνε κάτι περισσότερο· εἶνε καὶ τὸ ἐμβόλιο ποὺ προστατεύει τὴ ζωή μας. Φέρνω ἕνα παράδειγμα. Ἂς ὑποθέσουμε –κα­κὸ νὰ μὴν ἔχουμε, ὁ Θεὸς νὰ φυλάξῃ–, ἂς ὑ­ποθέσουμε ὅτι στὸν τόπο μας πέφτει τύφος. Τί θὰ κάνουμε τότε; Ὅλοι, μικροί – μεγάλοι, θὰ τρέξουμε νὰ ἐμβολιασθοῦμε μὲ τὸ ἀντιτυφικὸ ἐμβόλιο· διότι ὅλοι ἀγαποῦμε τὴ ζωή, μό­νο παράφρονες δὲν τὴν ἀγαποῦν. Σὲ μία λοιπὸν φοβερὴ ἐπιδημία ὅλοι σπεύδουμε νὰ ἐμβολιασθοῦμε· καὶ οἱ στρατιῶτες στοὺς στρα­τῶνες, καὶ οἱ μαθηταὶ στὰ σχολεῖα, καὶ οἱ φυλακισμένοι στὶς φυλακές. Ἀλλ᾿ ἰδού, ἀδελφοί μου, μία ἄλλη ἐπιδημία, ἡ φοβερώτερη ποὺ ὑπάρχει στὸν κόσμο, ἡ ἐπιδημία τῆς ἁμαρτί­ας. Τὰ μικρόβια τῆς ἁμαρτίας ἐργάζονται περισσότερο ἀπὸ τὰ μικρόβια τοῦ τύφου. Κάνουν θραῦσι, καὶ θραῦσι μεγάλη. Λοιπὸν τί θὰ κάνουμε; Μόνοι μας ν᾿ ἀντιδράσουμε δὲν μπο­ροῦμε. Ἔχουμε ἀνάγκη θείας βοηθείας. Καὶ εὐλογητὸς ὁ Θεός! ἐμβόλιο ἐναντίον τῆς φοβερῆς νόσου τῆς ἁμαρτίας εἶνε ἡ θεία κοινωνία. Αὐτὸ εἶνε τὸ «φάρμακον ἀθανασίας, ἀντίδοτον τοῦ μὴ ἀποθανεῖν» (Ἰγνατ. θεοφ.). Τὸ ἐμβόλιο αὐτὸ δὲν κατασκευάζεται στὰ χημεῖα· κατασκευάστηκε πάνω στὸ Γολγοθᾶ. Καὶ ἔκτοτε ὅσοι ἀσθενοῦν στὴν ψυχή, ὅσοι δὲν θέλουν νὰ τοὺς θανατώσῃ ὁ ὄφις τῆς ἁμαρτίας, πλησιάζουν «μετὰ φόβου Θεοῦ, πίστεως καὶ ἀγάπης» τὸ μυστήριο τοῦτο τῆς ζωῆς· ἐνισχύουν τὸν ψυχικὸ καὶ σωματικό τους ὀργανισμό, δέχονται ἐντός τους τὸ σπέρμα τῆς ἀθανασίας καὶ προχωροῦν πρὸς τὰ ἐμπρός.

* * *

Ἂς σταματήσω ὅμως, ἀγαπητοί μου. Γιατὶ ὅ,τι καὶ ἂν ποῦμε γιὰ τὸ μυστήριο τοῦτο, τὸ θέ­μα δὲν ἐξαντλεῖται. Πρὶν τελειώσω, θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ σᾶς διαβάσω ἄλλη μιὰ φορὰ τὸ προσκλητήριο τοῦ Χριστοῦ· «Λάβετε, φάγετε, τοῦτό ἐστι τὸ σῶμά μου… Πίετε ἐξ αὐτοῦ πάντες, τοῦτό ἐστι τὸ αἷμα μου…». Ἀκοῦς τὸ προσκλητήριο; πρόσελθε στὸ μυστήριο, τὸ μυ­στήριο τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ζωῆς. «Μὴ μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος τοῦ Χριστοῦ» (κοντ. Μ. Τρ.). Μὴν ἀδιαφορήσῃς. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει ὄρεξι νὰ φάῃ, πεθαίνει· κ᾿ ἐκεῖ­νος ποὺ δὲν ἔχει ὄρεξι νὰ κοινωνήσῃ τὸ σῶ­μα καὶ τὸ αἷμα τοῦ Χριστοῦ, θὰ πεθάνῃ πνευματικῶς. Ἂς προσέλθουμε ἀκόμη, γιὰ νὰ θαυ­μάσουμε τὴ ζωή, τὴν ἀγάπη, τὴν ταπείνωσι τοῦ Χριστοῦ, τὴ δύναμί του. Ἂς προσέλθουμε ὄχι ἁπλῶς μὲ καθαρὰ ἐνδύματα τοῦ σώματος, ἀλλὰ πολὺ περισσότερο μὲ καθαρὰ ἐν­δύματα τῆς ψυχῆς. Ἂς προσέλθουμε ὄχι ὅ­πως ὁ Ἰούδας, ἀλλὰ ὅπως οἱ ἕνδεκα μαθηταί. Καὶ πρὶν προσέλθουμε ἂς ποῦμε μυστικὰ τὴν προσευχή·
Χριστέ μου, δέξου κ᾿ ἐμὲ τὸν ἀνάξιο στὸ μυ­στικό σου δεῖπνο. Δὲν θὰ σοῦ δώσω φίλημα ὅπως ὁ Ἰούδας· ἀλλὰ σὰν τὸ λῃστή, σὰν τὴν πόρνη, σὰν τὸν ἄσωτο, σὰν τὸν τελώνη κλαίω γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά μου, πέφτω ἐμπρὸς στὸ μα­τωμένο σου σταυρὸ κ᾽ ἐπαναλαμβάνω τὰ λόγια τοῦ ταπεινοῦ τελώνη καὶ τοῦ μετανοημένου λῃστῆ· «Ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτω­λῷ» καὶ «Μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 18,13· 23,42). Γένοιτο!

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Γραπτὴ ὁμιλία πιθανὸν τοῦ 1962.

     Add A Comment

You must be logged in to post a comment.